Πανάρχαιο έθιμο, ζωντανό μέχρι σήμερα σε αρκετά χωριά του Νομού μας.
Τα χελιδονίσματα εί
ναι γνωστά σε όλο το νομό Σερρών. Οι Λαογράφοι τα συνδέουν με τα Αρχαία χελιδονίσματα. Το τραγούδι, μάλιστα, ξεκινάει με τον ίδιο στίχο:
Το έθιμο πέρασε στους Βυζαντινούς χρόνους, διασώθηκε στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, όπως περιγράφει η Άννα Τριανταφυλλίδου στα Μακεδονικά ηθογραφήματα «Άλλοι καιροί» στην πόλη των Σερρών και έφτασαν στις μέρες μας.
Το πρωί της 1ης Μαρτίου τα παιδιά (αγόρια και κορίτσια),κρατώντας ένα ξύλινο ομοίωμα της χελιδόνας πλημμυρίζουν τους δρόμους τραγουδώντας: «Χελιδόνα έρχεται απ’την Μαύρη θάλασσα….» και μοιράζουν τους γνωστούς «Mάρτηδες» (στριφτό νήμα από κόκκινη και άσπρη κλωστή) για να μη μας «πιάνει» ο Μάρτης. Που σημαίνει ότι οι αχτίδες του Μαρτιάτικου ήλιου είναι τόσο καυτές που κινδυνεύουμε να μαυρίσουμε. Και δεδομένου στην παράδοση ότι οι γυναίκες έπρεπε να είναι «αφράτες» και «άσπρες» σαν το γάλα, έπρεπε να φυλαχθούν.
Η συνήθεια να δένουμε στο χέρι μας την ασπροκόκκινη κλωστή «για να μη μας κάψει ο Μάρτης», οι λαογράφοι την συνδέουν με την «κρόκη» που οι μύστες των Ελευσίνιων Μυστηρίων έδεναν στο πόδι ή στο χέρι τους.
Τον «Μάρτη»τον βγάζουμε από το χέρι μας, όταν δούμε το πρώτο χελιδόνι ή πελαργό, τον βάζουμε κάτω από μία πέτρα κάνοντας συγχρόνως και μία ευχή ή πάλι τον κρεμάμε στον φράχτη της αυλής, να τον πάρουν τα χελιδόνια και να χτίσουν τη φωλιά τους.
Τα χελιδονίσματα εί
ναι γνωστά σε όλο το νομό Σερρών. Οι Λαογράφοι τα συνδέουν με τα Αρχαία χελιδονίσματα. Το τραγούδι, μάλιστα, ξεκινάει με τον ίδιο στίχο:
«ήλθε ήλθε χελιδών καλάς ώρας άγουσα, καλούς ενιαυτούς, επί γαστέρα λευκά, επί νώτα μέλιανα…»
Το έθιμο πέρασε στους Βυζαντινούς χρόνους, διασώθηκε στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, όπως περιγράφει η Άννα Τριανταφυλλίδου στα Μακεδονικά ηθογραφήματα «Άλλοι καιροί» στην πόλη των Σερρών και έφτασαν στις μέρες μας.
Το πρωί της 1ης Μαρτίου τα παιδιά (αγόρια και κορίτσια),κρατώντας ένα ξύλινο ομοίωμα της χελιδόνας πλημμυρίζουν τους δρόμους τραγουδώντας: «Χελιδόνα έρχεται απ’την Μαύρη θάλασσα….» και μοιράζουν τους γνωστούς «Mάρτηδες» (στριφτό νήμα από κόκκινη και άσπρη κλωστή) για να μη μας «πιάνει» ο Μάρτης. Που σημαίνει ότι οι αχτίδες του Μαρτιάτικου ήλιου είναι τόσο καυτές που κινδυνεύουμε να μαυρίσουμε. Και δεδομένου στην παράδοση ότι οι γυναίκες έπρεπε να είναι «αφράτες» και «άσπρες» σαν το γάλα, έπρεπε να φυλαχθούν.
Η συνήθεια να δένουμε στο χέρι μας την ασπροκόκκινη κλωστή «για να μη μας κάψει ο Μάρτης», οι λαογράφοι την συνδέουν με την «κρόκη» που οι μύστες των Ελευσίνιων Μυστηρίων έδεναν στο πόδι ή στο χέρι τους.
Τον «Μάρτη»τον βγάζουμε από το χέρι μας, όταν δούμε το πρώτο χελιδόνι ή πελαργό, τον βάζουμε κάτω από μία πέτρα κάνοντας συγχρόνως και μία ευχή ή πάλι τον κρεμάμε στον φράχτη της αυλής, να τον πάρουν τα χελιδόνια και να χτίσουν τη φωλιά τους.